Ο Αντισθένης ο νεότερος, ήταν Έλληνας φιλόσοφος, ιδρυτής της σχολής των Κυνικών Φιλοσόφων. Γεννήθηκε στην Αθήνα, το 444 π.Χ. Υπήρξε αρχικά μαθητής του Γοργία και στην συνέχεια του Σωκράτη.
Ο Αντισθένης ήταν γιος του Αντισθένη, ενός Αθηναίου, ενώ η μητέρα του ήταν από την Θράκη. Πολέμησε στη Μάχη της Τανάγρας (426 π.Χ.). Είχε την φήμη εγκρατούς ανθρώπου. Κυκλοφορούσε στην αγορά, φορώντας μόνο έναν τρίβωνα, ένα σακούλι στον ώμο και κρατούσε ένα ραβδί. Περιφρονούσε κάθε άνεση και κοινωνική συμβατικότητα, σαν τον Διογένη από την Σινώπη που υπήρξε και μαθητής του. Αυτός και οι μαθητές του ονομάστηκαν Κυνικοί.
Συνήθιζε να λέει “Η αληθινή αρετή δεν έχει ανάγκη από τίποτα. Ούτε νόμων ανάγκη έχει ο σοφός που δρα και φέρεται σύμφωνα με την κρίση του. Οι νόμοι είναι για τους πολλούς και τους μέτριους και όχι για τους Εκλεκτούς”.
Διδασκαλία
Στις διαλεκτικές συζητήσεις δοκίμαζε να ανατρέψει τον ορισμό του Σωκράτη για τις γενικές έννοιες. Καταπολεμούσε, δηλαδή, την περί ιδεών θεωρία του Πλάτωνα, και παραδεχόταν σαν πραγματικό μόνο το επί μέρους. Μονάχα αυτό που βλέπουμε, αγγίζουμε ή άλλως πως αισθανόμαστε υπάρχει πραγματικά (αισθησιοκρατική διδασκαλία).
Οι γενικές έννοιες κατά τον Αντισθένη είναι ανύπαρκτες (ίππον μεν ορώ, ιππόττητα δε ουκ ορώ) κάθε δε έννοια εννοεί ένα μόνο πράγμα. Από δω συνάγει ο φιλόσοφος ότι δεν μπορεί σε κανένα υποκείμενο ν’ αποδοθεί διαφορετική έννοια, και οι μόνες σωστές κρίσεις είναι οι ταυτολογικές (Α εστίν Α). δεν είναι ορθό, π.χ., να λέμε ο χρυσός είναι ξανθός, μα ο χρυσός είναι χρυσός, όχι ο άνθρωπος είναι θνητός αλλά το θνητό είναι θνητό.
Γι’ αυτό το λόγο ο Αντισθένης απέρριπτε και τον ορισμό που στηρίζεται πάνω στα ουσιώδη γνωρίσματα. Τα διδάγματα αυτά πρόθυμα ασπάσθηκαν οι Κυνικοί. Και από αυτά πηγάζει η τάση των Κυνικών να κάνουν τους εαυτούς των τελείως ανεξάρτητους από τις ανάγκες του έξω κόσμου, περιορίζοντας στο ελάχιστο τις ανάγκες τους, ασκούμενοι να υπομένουν κάθε στέρηση και κάθε πόνο, και θεωρώντας τις απολαύσεις και ιδιαίτερα την ηδονή μέγιστα κακά.