Sixto Rodriguez η ιστορία ενός σπουδαίου καλλιτέχνη, του ”Sugar Man”
Sixto Rodriguez
Ο Sixto Diaz R. γεννήθηκε στη Motor City, το Detroit του Michigan, την πόλη της βιομηχανίας αυτοκινήτων, της Motown και των Mc5.
Παιδί μεταναστών από το Μεξικό, δούλευε στις οικοδομές δίπλα στο ποτάμι. Εκεί τον ανακάλυψαν άνθρωποι της Sussex Records να παίζει κιθάρα σε άθλια μπαρ και τον έβαλαν να υπογράψει συμβόλαιο και να ηχογραφήσει τους δίσκους του.
Το 1967, χρησιμοποιώντας το όνομα Rod Riguez (ύστερα από υπόδειξη της δισκογραφικής του Impact Records) εξέδωσε το πρώτο του σινγκλ με τίτλο I’ll Slip Away.
Δεν ηχογράφησε τίποτα για τα επόμενα τρία χρόνια, μέχρι να υπογράψει με την Sussex Records, μία θυγατρική της Buddah Records.
Από εκείνο το σημείο και ύστερα χρησιμοποίησε το όνομα Rodriguez για όλες τις καλλιτεχνικές δραστηριότητές του. Με την Sussex ηχογράφησε δύο δίσκους, το Cold Fact το 1970 και το Coming from Reality το 1971. Κανένα από τα δύο όμως δεν έκανε παρά ελάχιστες πωλήσεις στις Η.Π.Α., και σύντομα λύθηκε η συνεργασία του με την Sussex, η οποία με την σειρά της έκλεισε το 1975.
Την περίοδο που τον έδιωξαν, ο Ροντρίγκεζ δούλευε σε έναν τρίτο δίσκο, ο οποίος εν τέλει δεν κυκλοφόρησε ποτέ. Όταν οι δίσκοι απέτυχαν, ο Sixto παράτησε τη μουσική. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’70, ελάχιστοι άνθρωποι τον θυμόντουσαν στις Η.Π.Α.
Την ίδια δεκαετία στη Νότια Αφρική έχουμε μια χώρα όπου σημαντικό κομμάτι του (λευκού) πληθυσμού ασφυκτιά από το υπερσυντηρητικό και ακραία ρατσιστικό απέναντι στους έγχρωμους καθεστώς του Απαρτχάιντ.
Σε αυτή τη νεολαία, που βρίσκει απέναντι της τη λογοκρισία, τη διεθνή απομόνωση και την έλλειψη οποιασδήποτε εναλλακτικής κουλτούρας, κάποια αντίτυπα των δίσκων του Rodriguez που από μια σατανική σύμπτωση έφερε ένα δισκάδικο για μια αμερικανίδα τουρίστρια το 1974, δημιουργούν μια απίστευτη αντίδραση.
Ο ψυχεδελικός, φιλοσοφημένος, αριστερός σχολιαστής τραγουδοποιός με το περίεργο όνομα Rodriguez κυκλοφορεί από χέρι σε χέρι και γίνεται ένα εξωτικό είδωλο για τους νέους που τον ακούν.
Το Cold Fact γίνεται πλατινένιο και συνολικά οι δίσκοι του πουλάνε 500.000 δίσκους στο εμπόριο και ίσως άλλους τόσους πειρατικούς. Tα επόμενα 25 χρόνια. ο Rodriguez γίνεται ο Elvis Presley μιας ολόκληρης γενιάς Νοτιοαφρικάνων.
Η λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά: αυτοί πιστεύουν τις αδιάψευστες φήμες πως ο Rodriguez έχει αυτοκτονήσει και ο ίδιος, χωρίς καθόλου δικαιώματα πάνω στους δίσκους του, δεν έχει ιδέα για αυτές τις εξελίξεις και συνεχίζει ατάραχος να είναι ένας working class hero δουλεύοντας σε κατεδαφίσεις.
Όταν μάλιστα κυκλοφόρησαν φήμες ότι αυτοκτόνησε, πιο συγκεκριμένο ότι αυτοπυρπολήθηκε ή πυροβολήθηκε επί σκηνής, κανένας δεν μπήκε στον κόπο να τις διαψεύσει.
Κάπου το ’98, δυο απελπισμένοι Νοτιοαφρικάνοι οπαδοί του Rodriguez, οι Stephen ‘Sugar’ Segerman και Craig Bartholomew Strydom ενώνουν τις δυνάμεις τους για να ανακαλύψουν το τι απέγινε τελικά ο αγαπημένος τους καλλιτέχνης.
Μετά πολλή δουλειά ντετέκτιβ, βρίσκουν τον ίδιο στο Detroit και μαζί την αλήθεια: είναι σώος και αβλαβής και δεν γνωρίζει τίποτα για όλα αυτά. Το επόμενο στοίχημα μπαίνει άμεσα: να παίξει επιτέλους ζωντανά στη Ν. Αφρική.
O Sixto Rodriguez είναι ένας μετρημένος άνθρωπος. Ενήλικας, οικογενειάρχης, έχει ξεπεράσει εδώ και δεκαετίες το rock & roll όνειρο για τα λεφτά και τη δόξα.
Από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία είναι ο Rodriguez, εργάτης σε οικοδομές και παρατηρητής της πόλης και των φτωχογειτονιών της κρύβει μέσα του και έναν ποιητή των δρόμων.
Που μιλάει με απίστευτη εκφραστικότητα για αυτά που βλέπει και βιώνει. Στους στίχους του είναι μετρημένος και αιχμηρός, ευαίσθητος και κυνικός ταυτόχρονα.
Κριτικός για το σύστημα που γεννά την ανεργία, τη φτώχια και τη καταπίεση, αλλά με τρόπο έξυπνο και παιχνιδιάρικο, χωρίς να πετάει απλά συνθήματα και χωρίς να μπαίνει στην ευκολία της counterculture των ’60s και του χιπισμού.
Έχει το δικό του στυλ. Μουσικά έχει ένα σοφιστικέ και πολύ αυθεντικό σε ήχο μείγμα ψυχεδελικής rock, folk και soul που θυμίζει τις αναζητήσεις του Dylan ή του Arthur Lee, βασισμένο στην κιθάρα, αλλά και με εναλλαγές ηλεκτρικών οργάνων, κλασσικών εγχόρδων και soul πνευστών.
Ο Rodriguez έχει το δικό του ύφος, με ψαγμένες ενορχηστρώσεις και σκεπτόμενη αφομοίωση αρκετά διαφορετικών επιρροών και το βασικότερο, δυνατά τραγούδια κι ερμηνείες.
Διστάζει να δεχτεί να παρατήσει για ένα μήνα την δουλειά του για να πάει να συναντήσει κάτι τόσο αδιανόητο. Χρειάζεται να τον πείσουν οι συνάδελφοι του από την οικοδομή.
Και όταν εντέλει (μετά της οικογενείας) βγαίνει από το αεροπλάνο, βρίσκει λιμουζίνα και τηλεοπτικά συνεργεία να τον περιμένουν.
Αυτός δεν το πιστεύει, αλλά για τους Νοτιοαφρικάνους είναι κάτι που περίμεναν δεκαετίες, η επιστροφή του ήρωα και ένα όνειρο που γίνεται πραγματικότητα. Το Όνειρο τελικά δεν είναι Αμερικάνικο, αλλά Νοτιοαφρικάνικο.
Ο Rodriguez τελικά έδωσε 6 show εκείνη τη χρονιά στη Ν.Αφρική, όλα sold-out, σε στάδια 10 και 15 χιλιάδων τη φορά, με τα πλήθη να παραληρούν. Έδωσε αμέτρητες συνεντεύξεις και υπέγραψε περισσότερα αυτόγραφα. Έγινε σε ένα βράδυ, 27 χρόνια μετά τον τελευταίο του δίσκο, rock star. Και απέκτησε καριέρα ξανά.
ο Rodriguez είναι πολύ cool και συνειδητοποιημένος άνθρωπος για να αλλάξει τώρα. Τα λεφτά τα μοίρασε στα παιδιά του, τους συναδέλφους του και διάφορα προγράμματα κοινωνικής στήριξης για την περιοχή του. Δηλώνει ότι εφόσον ζούσε αξιοπρεπώς και χωρίς να τον ξέρει κανένας, μπορεί να ζήσει και τώρα χωρίς να αλλάξει τίποτα. Εμείς τον εμπιστευόμαστε, φαίνεται να ξέρει τι κάνει. Και ωραίος τύπος γενικά.
Η φοβερή ιστορία του Sixto Diaz Rodriguez, έγινε ένα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ, το Searching For Sugarman (2012) από τον Σουηδό Malik Bendjelloul που σάρωσε τα βραβεία και έπαιξε και στις δικές μας Νύχτες Πρεμιέρας. Δείτε το, αξίζει τον κόπο σας. O τίτλος του προέρχεται από το γνωστότερο ίσως, κομμάτι του Rodriguez, το Sugar Man.
Το ’91, κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά και τα δύο άλμπουμ του Ροντρίγκεζ σε CD στη Νότια Αφρική, συντηρώντας την αναγνωρισιμότητά του.
Παρ’ όλα αυτά, ελάχιστες λεπτομέρειες της ζωής του καλλιτέχνη είχαν γίνει γνωστές στους φαν του και κυκλοφορούσε η φημολογία ότι ο Ροντρίγκεζ είχε αυτοκτονήσει στην διάρκεια μίας συναυλίας του, στην δεκαετία του ’70.
Μέχρι και το 1997, χρονολογία κατά την οποία η μεγαλύτερη κόρη του Ροντρίγκεζ βρήκε στο ίντερνετ μία ιστοσελίδα αφιερωμένη στον πατέρα της, ο μουσικός αγνοούσε την επιτυχία και την σημαντικότητα των τραγουδιών του στην χώρα της Αφρικής.
Αφού επικοινώνησε με τους διαχειριστές της ιστοσελίδας και έμαθε για την επιτυχία του εκεί, ξεκίνησε για την πρώτη νοτιοαφρικανική περιοδεία, η οποία περιλάμβανε έξι συναυλίες ενώπιον χιλιάδων οπαδών του. Το κρατικό τηλεοπτικό κανάλι της χώρας, το SABC TV μετέδωσε το ντοκιμαντέρ Dead Men Don’t Tour: Rodriguez in South Africa 1998 το 2001.
Προτού επιστρέψει στην Νότια Αφρική το 2001 και το 2005, ο Ροντρίγκεζ έπαιξε ζωντανά και στην Σουηδία.
Το ’98 η Νοτιοαφρικανική ροκ μπάντα Just Jinjer διασκεύασε το “Sugar Man”, τραγούδι – «κατατεθέν» του Ροντρίγκεζ.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 2002, ο DJ Ντέιβιντ Χολμς (David Holmes, γεν. 1969) χρησιμοποίησε το τραγούδι του Ροντρίγκεζ για να ανοίξει το άλμπουμ του Come Get It I Got It (2002), το οποίο προσέφερε στο “Sugar Man” αρκετό ραδιοφωνικό χρόνο.
Μάλιστα, έναν χρόνο νωρίτερα, η χρήση της μελωδίας του “Sugar Man” από τον ράπερ Νας (Nas, γεν. 1973) στο τραγούδι “You’re Da Man” από τον δίσκο Stillmatic (2001), του εξασφάλισε ακόμα περισσότερη αναγνωρισιμότητα.
Τόσο το ’07 όσο και το ’10 ο Ροντρίγκεζ επέστρεψε στην Αυστραλία για να λάβει μέρος στο φεστιβάλ του Bluesfest Byron Bay, όπως επίσης και σε sold out συναυλίες σε Αδελαΐδα, Μελβούρνη και Σίδνεϋ.
Το “Sugar Man” συμπεριλήφθηκε στο μουσικό θέμα της ταινίας Candy, με πρωταγωνιστή τον Χιθ Λέτζερ (Heath Ledger, 1979 – 2008). Ο Σκότος τραγουδοποιός Ρουάρι Τζόζεφ (Ruarri Joseph, γεν. 1982) διασκεύασε το “Rich Folks Hoax” για τον τρίτο προσωπικό του δίσκο. Μέχρι και σήμερα ο Ροντρίγκεζ συνεχίζει τις περιοδείες σε αρκετές χώρες.
Το 2009, η ανεξάρτητη δισκογραφική Light in the Attic Records, με έδρα το Σηάτλ, επανέκδωσε τα δύο άλμπουμ του Ροντρίγκεζ, το Cold Fact και το Coming from Reality.
Το 2013 ανακοινώθηκε ότι ο Ροντρίγκεζ βρισκόταν σε συζητήσεις με τον Στηβ Ρόουλαντ (Steve Rowland, γεν. 1932), τον παραγωγό του τελευταίου του δίσκου, Coming from Reality.
«Έχω γράψει περίπου τριάντα καινούργια τραγούδια», δήλωσε ο Ροντρίγκεζ στο μουσικό περιοδικό Rolling Stone. «Μου είπε (ο Ρόουλαντ) να του στείλω μερικές κασέτες, και θα το κάνω. Θέλω σίγουρα να βρεθούμε, γιατί τώρα έχει πολλές νέες ιδέες».
Το 2014 επιφύλασσε μια ακόμα διασκευή τραγουδιού του Ροντρίγκεζ από εκπρόσωπο διαφορετικού μουσικού είδους, με την νέα εκτέλεση του “Hate Street Dialogue” από τον Γάλλο μουσικό παραγωγό της deep house και της electro, The Avener. Η νέα αυτή διασκευή, η οποία περιλαμβάνει και φωνητικά από τον Ροντρίγκεζ, έφτασε στα τσαρτ στην Γαλλία.